Thursday, December 23, 2010

Η ευτυχία και η διάρρηξη

Πριν τρεις μέρες μας διέρρηξαν το σπίτι. Λείψαμε για μιάμιση ώρα και όταν γύρισε ο Σ. με πήρε τηλέφωνο να μου πει τα καθέκαστα. Στο σημείο αυτό έρχεται η αποκάτω και του λέει ότι οι κλέφτες είναι ακόμα μέσα στο σπίτι. Στο σημείο αυτό είναι που μαθαίνω να λέω το Πάτερ ημών τρέχοντας.

Μας πήραν πολλά πράγματα και ανακάτεψαν αρκετά το σπίτι. Άνοιξαν όλα τα ντουλάπια του σπιτιού, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της τουαλέτας, ευτυχώς όμως δεν πείραξαν καθόλου τα βιβλία μας. Τελικά τέτοιες καταστάσεις σε κάνουν να αναθεωρείς τις αξίες σου. Ή να επιβεβαιώνεις αυτές που έχεις ήδη. Ένα από τα συμπεράσματα της ημέρας ήταν ότι πρέπει να ξεσκονίζω πιο συχνά, γιατί ο Γκρίσομ που ήρθε από τη Σήμανση δεν μπορούσε να πάρει αποτυπώματα από την τηλεόραση. Ένα άλλο συμπέρασμα είναι πως η πληροφορία πλέον είναι πολύ σημαντικότερη από τα υλικά αγαθά (ένα από τα πράγματα που μας "έτσουξαν" περισσότερο ήταν που πήραν τον υπολογιστή του Σ. και τον εξωτερικό σκληρό που έκανε backup).

Την επομένη της διάρρηξης καταλήγω πως εφόσον είμαστε εμείς καλά, όλα τα υπόλοιπα θα τα ξαναφτιάξουμε από την αρχή. Αγκαλιάζω τον Σ. και του λέω "Μας έκλεψαν και είμαι ευτυχισμένη. Πάω καλά;"

Friday, December 10, 2010

Τα πράγματα που μου λείπουν

Ξαναδιάβασα αυτές τις μέρες το ποστ Το πρώτο μου σπίτι και άρχισα να σκέφτομαι τα πράγματα που μου λείπουν από την πατρίδα. Μου λείπει το φαγητό και το να πηγαίνω όπου θέλω χωρίς να έχω μονίμως το άγχος ότι θα χαθώ. Μου λείπουν απίστευτα πολύ οι φίλοι μας. Μου λείπουν τα σοκάκια στη γειτονιά που γεννήθηκα και έζησα 27 χρόνια, που ήξερα κάθε γωνίτσα και κάθε πετραδάκι, κάθε φυτό και κάθε λουλούδι.

Τελευταία έχω αρκετό άγχος, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο λόγο, και συγκινούμαι με το παραμικρό. Δεν ξέρω τι παθαίνω, αρκεί ένα τραγούδι ή μια εικόνα για να βάλω τα κλάματα. Είμαι καλά, γιατρέ μου;

Κάτι που μου ήρθε αυτές τις μέρες: ο γάμος κανονίστηκε χρονικά με κριτήριο να μην επηρεάζει τις δουλειές μας. Ε, λοιπόν, τώρα σκέφτομαι ότι συμπίπτει με την αγαπημένη μου εποχή του χρόνου. Η αγαπημένη μου εποχή λοιπόν, που κρατάει λίγο δυστυχώς, είναι μεταξύ Απριλίου και Μαΐου, οι μέρες εκείνες που μόλις έχουν αρχίσει να γλυκαίνουν τα βράδια και περπατάς άνετα με ξεκούμπωτο το πανωφόρι σου, ενώ στα στενά της γειτονιάς έχουν ανθίσει οι πασχαλιές, μωβ και άσπρες, και το φούλι και σε συνεπαίρνουν οι μυρωδιές τους...

Monday, November 29, 2010

God Bless This Mess, part one: H σούπερ γιαγιά

Art by Francis Manapul
Όταν ήμουν μικρή το σπίτι μας ποτέ δεν ήταν σε τέλεια κατάσταση. Κάθε φορά που θα ερχόταν κάποιος, η μαμά μου έτρεχε πανικόβλητη να συμμαζέψει και να καθαρίσει. Παρότι προσπαθούσε ειλικρινά να μας βάλει και εμάς στο τριπάκι του καθημερινού συμμαζέματος, αντιστεκόμασταν σθεναρά. Το αποτέλεσμα ήταν να φτάσουμε στην εφηβεία και το δωμάτιό μας να είναι ένα αχούρι όπου μπλέκονταν βιβλία, ρούχα, καλλυντικά, cd, όλα ένα κουβάρι. Φυσικά τις φορές που η μαμά επιχειρούσε να ασχοληθεί με το "Μεγάλο χαμό", έχανε μέρες ολόκληρες από τη ζωή της, ενώ αρκούσαν δέκα λεπτά για να ξαναγίνουν όλα όπως πριν. Εννοείται ότι ποτέ δεν έβρισκε χρόνο να φτιάξει το δικό της δωμάτιο, που πάντα έπαιζε το ρόλο της κρυψώνας για οτιδήποτε δεν έβρισκε τη θέση του στο σπίτι μας. Μοχθώντας να φέρω σε τάξη το δικό μου σπίτι πλέον, αναλογίζομαι τη στρατηγική της και τις συνήθειές της και καταστρώνω το δικό μου σχέδιο μάχης με την ακαταστασία και τη βρωμιά.

Έχω μία θεία η οποία αποτελεί τη θηλυκή έκδοση του Flash. Πρόκειται για μία γυναίκα γύρω στα 60 σήμερα, που μεγάλωσε 4 παιδιά έχοντας πάρει προίκα για το σπίτι και μια πεθερά (καλή της ώρα!), τώρα μεγαλώνει 6 αισίως εγγόνια και συντηρεί περί τα 4 σπίτια ταυτόχρονα, δουλεύοντας παράλληλα ως μοντελίστ! Είναι η μετεμψύχωση της γυναίκας της Πίνδου που πήγαινε πολεμοφόδια στο Μέτωπο, η γυναίκα-σύμβολο, η Νταντά Αμέσου Δράσεως και η Κιμ με την Άγκι ταυτόχρονα! Μπαίνοντας στο σπίτι της βασιλεύει η τάξη και η καθαριότητα, όχι σε βαθμό απολύμανσης, αλλά είμαι σίγουρη ότι αν περάσω με το δάχτυλό μου τα ράφια θα είναι πεντακάθαρα. Άλλωστε πάντα υπάρχει μαγειρεμένο φαγητό στο ψυγείο, καθώς και μερικά κεράσματα για ξαφνικούς επισκέπτες. Μιλάμε, φυσικά, για μια γυναίκα φαινόμενο, από εκείνες τις παλιές νοικοκυρές που δεν κάθονται ούτε λεπτό. Και ερωτώ, ποια είναι η στρατηγική αυτής της γυναίκας; Και απαντώ στην ερώτηση που έθεσα: Δουλεύει γρήγορα. Όταν καθαρίζει/ξεσκονίζει/μαγειρεύει κάνει όσο πιο γρήγορα γίνεται, κρατώντας ένα ρυθμό. Επίσης, δεν είναι τελειομανής. Αν ψείριζε και την παραμικρή λεπτομέρεια, στον ίδιο χρόνο θα έκανε τα μισά και πιθανόν ούτε αυτά. Συνεπώς, το πρώτο πράγμα που θα εφαρμόσω την εβδομάδα που ξεκινάει είναι να κάνω τις ίδιες δουλειές λίγο πιο γρήγορα. Θα σας ενημερώσω για τα αποτελέσματα σύντομα.

Monday, April 19, 2010

Τέρμα η γκρίνια!!!

Ε, λοιπόν, άφησα εδώ και τόσο καιρό τη μοναδική μου αναγνώστρια (γιατί η άλλη με εγκατέλειψε) με ένα απαίσιο, μίζερο και απαισιόδοξο ποστ και πρέπει να επανορθώσω. Επίσης νομίζω πως πρέπει να ξεκινήσω μια καινούρια σελίδα με τις περιπέτειές μου ως νοικοκυράς, γιατί παρουσιάζουν τεράστιο ενδιαφέρον και πιθανότατα θα βοηθούσαν όλες τις νέες νοικοκυρές ως παράδειγμα προς αποφυγήν.

Τέρμα η γκρίνια λοιπόν. Η ζωή συνεχίζεται, καθόλου άσχημα μπορώ να πω, μια και το καινούριο σπίτι έχει αρχίσει να μοιάζει με σπίτι. Το κάθε πράγμα βρήκε τη θέση του και τώρα απομένει να κάνω έναν χάρτη για τον Σ. γιατί πριν από κανένα μήνα έφαγε μισή ώρα για να βρει πού βάζουμε τα καλαμάκια (αυτά για τον καφέ, όχι τα σουβλάκια). Το μπαλκόνι μας είναι πολύ ωραίο, απ'τα ψηλά (4ος) πήγαμε στα πιο ψηλά (7ος) και εκεί που ανοίγουν οι πολυκατοικίες μπορείς να δεις στο βάθος θάλασσα. Οι γλαστρούλες μου έχουν πάθει ένα σοκ από τη μετακόμιση, αλλά φαντάζομαι θα συνηθίσουν. Εδώ συνήθισα εγώ!

Από τα χάιλαϊτς της σεζόν μπορώ να πω ότι ήταν η ίδια η άνοιξη, που είναι και η αγαπημένη μου εποχή. Από τις μέρες που γλυκαίνουν τα βράδια και ανθίζουν οι πασχαλιές. Άνθισαν τα γιασεμιά μου, έβγαλαν φυλλαράκια τα δέντρα στον δρόμο, ενώ έτυχε να περπατάμε ένα βράδυ στην Ηλιούπολη και να μοσχοβολούν οι ανθισμένες λεμονιές και την ώρα που ο Σ. έψαχνε τη στάση του μετρό εγώ ακολουθούσα τη μύτη μου.

Φυσικά οι καλύτερες στιγμές ήταν όταν ήρθαν αγαπημένοι μας φίλοι για μερικές μέρες. Εδώ αφήνω τις φωτογραφίες να πουν τι όμορφα περάσαμε.







Saturday, February 27, 2010

Η γη δεν είναι επίπεδη

Το μεγαλύτερό μου ελάττωμα είναι η γκρίνια. Μάλλον είναι κωδικοποιημένο στο DNA μου γιατί και η μάνα μου έχει το ίδιο ακριβώς πρόβλημα. Δεν μπορώ να το ψάξω πιο πίσω βέβαια, γιατί η γιαγιά μου ήταν λιγομίλητος άνθρωπος και, όταν τη γνώρισα εγώ, τα είχε ήδη λίγο χαμένα, αλλά πάλι όταν μουρμούριζε εκείνα τα τούρκικα και δεν την καταλαβαίναμε ίσως να γκρίνιαζε, δεν ξέρω. Θα μου πείτε, οι άλλοι έχουν το πρόβλημα, εσένα τι σε νοιάζει; Με νοιάζει, γιατί με εκνευρίζουν απίστευτα οι μίζεροι άνθρωποι, αυτοί που συνέχεια μουρμουρίζουν και όλα τους φταίνε. Ε, έτσι ακριβώς έχω γίνει και εγώ τον τελευταίο καιρό, παρότι καταβάλλω φιλότιμες προσπάθειες να το καταπολεμήσω.
Photo by the Earth Observatory.
Από τότε που κατέβηκε ο Σ. στην Αθήνα, γκρίνιαζε ότι είναι μια απαίσια πόλη όπου όλα είναι στραβά. Ο καιρός είναι χάλια, η κυκλοφορία χάλια, οι άνθρωποι περπατάνε σαν ζώα (και πολλοί απ' αυτούς μυρίζουν σαν τέτοια, χωρίς πλάκα), οι οδηγοί οδηγούν σαν μεθυσμένοι και πάει λέγοντας. Έλεγα, δεν μπορεί, εσύ τα βλέπεις όλα στραβά. Ε λοιπόν, ή φταίει όντως η πόλη ή φταίμε εμείς που μάθαμε αλλιώς.
Μην νομίζετε ότι θεωρώ τη Θεσσαλονίκη επίγειο παράδεισο, κάθε άλλο. Στην Αθήνα, πάντως, με χαλάνε όλα, ΟΛΑ.

Φοβάμαι να ξεμυτίσω από το σπίτι. Ξέρω μόνο να πάω στο σουπερμάρκετ, στο φούρνο, άντε και στο Σύνταγμα. Όταν βγαίνω έξω κοιτάω ανήσυχη γύρω γύρω, με το φόβο ότι ο πρώτος τυχόν κλέφτης, τρομοκράτης, βιαστής βρίσκεται δίπλα μου, πίσω μου, μπροστά μου. Ενώ ποτέ δε φοβόμουν τους ξένους, τώρα πραγματικά φοβάμαι. Ίσως επειδή είναι τόσοι πολλοί. Ή ίσως επειδή σε αυτή την πόλη ξέρω τρία άτομα. Ή ίσως επειδή οι αλλοδαποί είναι άπειροι και φαίνονται, τους διακρίνεις με την πρώτη ματιά. Στην επόμενη απογραφή νομίζω πως θα αποδειχτεί ότι είναι περισσότεροι από μας. Με το χέρι στην καρδιά, δεν ήμουν ποτέ ξενόφοβη, αλλά εδώ νιώθω σαν μειονότητα.

Με χαλάει η πόλη. Τα σπίτια είναι κακοδιατηρημένα, δίπλα σε κατακαίνουργιες πολυκατοικίες βλέπεις ερείπια. Με ενοχλεί η ρυμοτομία, ή μάλλον το γεγονός ότι εδώ είναι άγνωστη. Με ενοχλεί το χάος που επικρατεί, που οι αποστάσεις είναι τεράστιες, που για να πάω σε τρία μαγαζιά τα οποία στη Θεσσαλονίκη ήταν δέκα λεπτά με το αυτοκίνητο εδώ είναι μία ώρα το πρώτο από το σπίτι μου και άλλη μισή απέχουν μεταξύ τους. Με χαλάει που νιώθεις μετέωρος, απροστάτευτος. Ένα πρωί η αδελφή μου πήγε να πάρει το αυτοκίνητό της και το είχε μαζέψει η Τροχαία, γιατί κάποιοι το είχαν μετακινήσει και το άφησαν μέσα στη μέση του δρόμου.

Και, για να έρθω στο θέμα μου, γιατί αυτή η πόλη δεν είναι επίπεδη; Δε μιλάω για τις περιοχές όπως το Αιγάλεω, ο Υμηττός, η Πάρνηθα, ο Λυκαβηττός. Πώς είναι δυνατόν σε κεντρικές περιοχές της Αθήνας να μην μπορείς να βρεις τρία οικοδομικά τετράγωνα που να βρίσκονται στο ίδιο ύψος; Γιατί πρέπει να αγκομαχάς στην ανηφόρα για να πας ως το περίπτερο; Η τρανότερη απόδειξη ότι η γη δεν είναι επίπεδη είναι αυτή η πόλη.

Tuesday, January 26, 2010

Το πρώτο μου σπίτι







Το πρώτο μας σπίτι είχε πολλά χρώματα. Το βάψαμε μόνοι μας, ένα ζευγάρι τότε 7 χρόνια μαζί. Η κρεβατοκάμαρα είχε το μωβ της πασχαλιάς, το γραφείο ένα τροπικό γαλάζιο το οποίο είχαμε βάλει και στο σαλόνι αλλά μου κακοφάνηκε τόσο που μια νύχτα δεν κοιμήθηκα καθόλου και την άλλη μέρα το ξαναβάψαμε κρεμ (καημένε Σ. πού έχεις μπλέξει;).



Το πρώτο μας σπίτι βρισκόταν σε μια οικοδομή σαράντα χρονών. Τα ξύλινα πατώματα μαδούσαν και κάθε φορά που σφουγγαρίζαμε μένανε κομμάτια σφουγγαρίστρας στο πάτωμα και κομμάτια πατώματος στη σφουγγαρίστρα. Οι ένοικοι της πολυκατοικίας ήταν κι αυτοί σαράντα χρόνια εκεί. Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν τα 65 κι έτσι προσέχαμε πολύ τους θορύβους, να μην τρομάξουμε κανέναν και πάει πριν την ώρα του. Εξάλλου, όπως συμβαίνει σε κάθε σπίτι με προσωπικότητα, το πρώτο μου σπίτι ήταν στοιχειωμένο. Ήταν η ψυχοπαθής γριά του 2ου που ούρλιαζε κάθε βράδυ. Αργότερα τρελάθηκε και η αποπάνω μας και ουρλιάζανε στέρεο.



Το πρώτο μας σπίτι δεν είχε έπιπλα. Εμείς δεν είχαμε έπιπλα και το εισόδημά μας δε μας επέτρεπε να τα πάρουμε όλα μαζί. Πρώτα πήραμε ένα στρωματάκι στο οποίο κοιμόμασταν για πάνω από ένα χρόνο, ενώ για το "σαλόνι- γραφείο" είχαμε δανειστεί ένα ωραιότατο πλαστικό σαλονάκι μπαλκονιού (τα κλασικά των γύφτων). Επίσης για πολύ καιρό χρησιμοποιούσαμε ως coffee table το κουτί της τηλεόρασης και βάζαμε σουβέρ κάτω από τα ποτήρια για να μην νοτίσει το χαρτόνι. Ο Σ. έλεγε πάντα "600 ευρώ τραπεζάκι πήραμε, να μην το προσέχουμε;" και είχε απόλυτο δίκιο.


Το πρώτο μας σπίτι το γεμίσαμε με πολύ κόπο και ιδρώτα. Βάλαμε δόσεις, νιώσαμε πώς είναι όταν ζεις μια απαίσια μέρα να ανοίγεις μέσα στο ασανσέρ ένα λογαριασμό αερίου και να βλέπεις χρέωση 500 ευρώ. Και αφού γέμισε κομμάτι κομμάτι, στη μετακόμιση ήρθε ένας γερανός και βλέπαμε όλα μας τα υπάρχοντα να αιωρούνται πάνω από έναν πολύβουο δρόμο. Εσείς δεν θα τρέματε;

Τώρα αλλάξαμε πόλη. Ζούμε σε ένα υπερσύγχρονο διαμέρισμα με πολυτελή πατώματα, πόρτες ασφαλείας, δύο μπάνια, αποθήκη. Ένα σπίτι όπου όλα είναι καινούρια, τίποτα δεν έχει ακόμη ιστορία. Και προσπαθώ να προσαρμοστώ.